Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

Μια χούφτα σκέψεις...





















Μια χούφτα ουρανός είναι η σκέψη μου απόψε. Μικρά μικρά αστεράκια να τρεμοσβήνουν, να τα ντύσω με ευχές για όταν πέσουν. Έτσι... για να μη λυπηθώ. Να κάνω ευχάριστη την πτώση, το χαμό.
Μαύρος ο ουρανός μου απόψε, δίχως σύννεφα, απλά νυχτωμένος, όπως κι εγώ άλλωστε. Βαθιά νυχτωμένη πάντα, να ζω στα δικά μου σκοτάδια, παρέα μ' ένα σωρό φεγγάρια πανσέληνα να φέγγουν τη ματιά μου και το διάβα μου...

Μια χούφτα θαλασσινή αλμύρα απλώθηκε στο σύμπαν αυτή τη βραδιά, δάκρυ αποχαιρετιστήριο από ένα καλοκαίρι φευγάτο. Για να ποτίσει το μάγουλο του κόσμου, για να κυλήσει στα χείλη του καιρού. Μπας και γεμίσει γεύση η στιγμή και θελήσεις να τη γευτείς με όρεξη. Μπας και το φθινόπωρο φορέσει κάτι απ' ό,τι φεύγει, απ' ό,τι αποδημεί και χάνεται...

Μια χούφτα χρυσόσκονη μού πέταξαν στα μάτια. Να δω την πλάση λαμπερή, το γύρω μου χρυσάφι. Τι να το κάνεις, όμως, εξαπατήθηκα. Για μια μόνο στιγμή θαμπώθηκα. Μετά, παρέα πάλι το σκοτάδι. Μα δε με πείραξε η χρυσόσκονη, ούτε το σκοτάδι που απέμεινε και πάλι. Μόνο με πείραξε που αφέθηκα και πάλι να εξαπατηθώ. Που άλλα περίμενα και άλλα έγιναν. Αυτήν την ελπίδα να μην είχα πάντα συντροφιά κι ίσως να μην πετούσα τόσο συχνά στα ουράνια. Ίσως να πατούσα πιο γερά στη γη. Μα, πάντα, η σκέψη μου νεράιδα κι ο νους μου αερικό. Έτσι, για να χάνονται σε τόπους μαγικούς κι ονειρεμένους, σε τόπους υπαρκτούς μόνο στα παραμύθια της ζωής μου.

Μια χούφτα βότσαλα μου χάρισε η θάλασσα μια νύχτα που καθόμουν κοντά της. Με λυπήθηκε μάλλον που ήμουν μόνη. "Για συντροφιά", μου 'πε κι ύστερα γύρισε μ' ένα κύμα πίσω στο απέραντο σπίτι της. Κι ένιωσα τόσο μόνη, λες κι η μοναξιά μου είχε πάρει μορφή, υφή, διάσταση σε τούτα τα βότσαλα. Θύμωσα! Πέταξα τα βότσαλα με δύναμη πίσω στη θάλασσα, να πάρει μακριά τη θλίψη μου, τις άδειες μου στιγμές. Μα τι ανώφελη σκέψη... Τι άσκοπη πράξη... Κύματα ήρθαν και ξέβρασαν τη μοναξιά στα πόδια μου...

Μια χούφτα λάθη σκέφτηκα απόψε... Τι έπιασε την ψυχή και ντύθηκε ανάμνηση; Ποιο όστρακο μαρτύρησε τ' ανείπωτα μυστικά μου; Σε ποια διαδρομή μπερδεύτηκε η σκέψη μου; Ποια χούφτα δάκρυα πότισε τη ματιά μου και θόλωσε το βλέμμα; Ποιο "χτες" στολίστηκε με τα καλά του και μου 'κανε επίσκεψη απρόσκλητο;
Στείλε μου δυο φιλιά να φέρουν τον ύπνο στα βλέφαρά μου. Ζητά να ημερέψει η καρδιά, να κοιμηθεί η σκέψη. Φέρε μου ένα όνειρο να βάψει με πλάνη τη σιωπή μου, να την κάνει πολύχρωμη, να ντύσει με χρώμα τη φυγή μου. Και μη νοιαστείς για όταν ξυπνήσω. Έχω συνηθίσει τα σκοτάδια της μέρας μου... 


2 σχόλια:

  1. Νομίζω αυτό το κείμενο είναι από τα πιο αγαπημένα μου που έχω διαβάσει σε σένα, και είναι ακόμα η αρχή σκέψου. "Μια χούφτα θαλασσινή αλμύρα απλώθηκε στο σύμπαν αυτή τη βραδιά, δάκρυ αποχαιρετιστήριο από ένα καλοκαίρι φευγάτο." το σημείο που ξεχώρισα και ταυτίστηκα πλήρως.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Νομίζω πως πάντα ο Σεπτέμβρης κουβαλά μια θλίψη στις πλάτες του. Είναι αδικημένος μήνας, καταδικασμένος να διαδέχεται το καλοκαίρι, να ταυτίζεται με το τέλος του. Κάτι τέτοια κείμενα, που έχουν κάτι από αποχαιρετισμό, κάτι από απολογισμό, κάτι από ανάμνηση, μόνο ένα Σεπτέμβρη θα μπορούσαν να γραφτούν...
      Σ' ευχαριστώ πολύ πολύ για τα καλά σου λόγια!!!

      Διαγραφή